- θυμοκάτοχος
- θῡμο-κάτοχος, ον,A restraining anger: neut. as Subst., spell for this purpose, PMag.Lond.121.941, PMag. Osl.1.35. PMag.Par.1.467,831;
θ. πρὸς βασιλέας PMag.Leid.W.6.38
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
θ. πρὸς βασιλέας PMag.Leid.W.6.38
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
θυμοκάτοχος — θυμοκάτοχος, ον (Α) πάπ. 1. αυτός που συγκρατεί τον θυμό·2. το ουδ. ως ουσ. τὸ θυμοκάτοχον μαγικό ξόρκι για τη συγκράτηση τού θυμού. [ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο * + κάτ οχος (< κατ έχω)] … Dictionary of Greek
θυμοκάτοχον — θυμοκάτοχος restraining anger masc/fem acc sg θυμοκάτοχος restraining anger neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμοκάτοχα — θυμοκάτοχος restraining anger neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμο- — (ΑΜ θυμό ) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό χαρακτηρίζει (πρβλ. θυμο βαρής, θυμο λέων) ή χαρακτηρίζεται (πρβλ. θυμό βολώ, θυμό κλωστος) ή αναφέρεται (πρβλ. θυμο ειδής, θυμο κάτοχος) στον θυμό, με τη σημασία είτε τού «ψυχή» (πρβλ … Dictionary of Greek
θυμοκατοχώ — θυμοκατοχῶ, έω (Α) [θυμοκάτοχος] θεραπεύω τον θυμό, συγκρατώ τον θυμό … Dictionary of Greek
θυμός — Αδένας έσω εκκρίσεως, που βρίσκεται στο ψηλότερο τμήμα του μεσοθωράκιου, πίσω από το στέρνο. Έχει μήκος, κατά τη γέννηση, περίπου 5 εκ., πλάτος 1,5 εκ. και αντίστοιχο πάχος. Το βάρος του κυμαίνεται μεταξύ 10 12 γρ. Λίγο πριν την ήβη αποκτά τον… … Dictionary of Greek